Σάββατο, Μαρτίου 04, 2006

Memories mining: Carnival



Τελευταίο Σαββατοκύριακο της Απόκριας κι εμείς μιλάμε για κηδείες και αποτεφρώσεις!

Ας αλλάξουμε θέμα.

Ελπίζω πως οι νεότεροι της παρέας θα διασκεδάσουν αυτές τις μέρες. Κι εγώ θα ήθελα να το κάνω αλλά ...το μεν πνεύμα πρόθυμον, το δε μυοσκελετικό σύστημα και οι αρθρώσεις με έχουν ταράξει τελευταία. Κι άμα ακούς «εκφυλιστικά συμπτώματα» ξέρεις πως δεν υπάρχει φάρμακο και γιατρειά.

Έτσι λοιπόν το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι να ασκήσω το δικαίωμα των παλαιών και να ανασύρω αναμνήσεις (memories mining, σε γλώσσα ψηφιακή).

Πάω πενήντα χρόνια πίσω, στο Μόναχο – και αντιγράφω (από τους "Δρόμους" μου):

Το Καρναβάλι του Μονάχου λέγεται Fasching και κρατάει πολύ περισσότερο από το δικό μας - αρχίζει από τις 6 Ιανουαρίου. Και ήταν (είναι;) ένα ξεφάντωμα χωρίς καμία αναστολή. Για ένα παιδί της ελληνικής μεταπολεμικής κοινωνίας ήταν κάτι ανάμεσα σε ρωμαϊκό όργιο και Βαλπούργεια νύχτα. Ολονύκτιοι χοροί, ολοκληρωτικές μεταμφιέσεις και σκηνικά, ολόψυχο μεθύσι, ολόγυμνες γυναίκες, ολότελα παραδομένες. Πλήρης δημοκρατική εξίσωση των πάντων: διανοούμενοι, βιομήχανοι, εργάτες και καθηγητές, με μάσκες ή χωρίς, ήταν ίσοι. Βέβαια υπήρχαν και τα in στέκια που τα έμαθα αργότερα, όπως το ατελιέ του Eickemaier. Αλλά και οι μεγάλοι δημόσιοι χοροί π. χ. στις αίθουσες και τα υπόγεια του Regina Hotel ήταν αρκετοί για να πάρεις μία γεύση. Τις τελευταίες ημέρες πριν την Τετάρτη των Τεφρών (Aschermittwoch) η πόλη κυριολεκτικά παραληρούσε ολόκληρη.

Το πρώτο Fasching άρκεσε για να μου καταστρέψει μερικά στερεότυπα («μόνον οι Έλληνες ξέρουν να γλεντάνε!») και να μου δείξει πως οι Βόρειοι μπορούν εύκολα να βγαίνουν από τον κλειστό εαυτό τους.


Ποτέ και πουθενά στην Ελλάδα δεν γνώρισα αυτό το γλέντι χωρίς όρια. Ακόμα και στα καλά καρναβάλια της Πάτρας, υπάρχει κάπου το σφίξιμο, ο πουριτανισμός και η νεοελληνική σοβαροφάνεια. Στο Μόναχο οι άνθρωποι μεταμορφώνονταν εντελώς, έκαναν πράγματα που δεν θα μπορούσαν ούτε να διανοηθούν στην κανονική τους ζωή και μετά επέστρεφαν σε αυτή. Ήταν δε απόλυτη η σύμβαση: την κυρία με την οποία είχες κάνει έρωτα σε μία γωνιά της σάλας, αν την έβλεπες την άλλη μέρα στο δρόμο, δεν την ήξερες ούτε σε γνώριζε.

Καλή Απόκρια και καλή διασκέδαση!

Φωτογραφίες που να τράβηξα εγώ, δεν υπάρχουν. Βρήκα μία από συγκέντρωση ξένων φοιτητών το 1955 (εγώ είμαι ο Φαρούκ με τα μαύρα γιαλιά και το φέσι - τότε ήταν της μόδας. Την διακόσμησα γιατί ήταν φτωχή. Και μία που, ντυμένος gaucho, χορεύω με την Inge.

Παρασκευή, Μαρτίου 03, 2006

Χειραφέτηση



Όταν με βάφτισαν, δεν με ρώτησαν. Έτσι έγινα Χριστιανός Ορθόδοξος.

Κι όταν νυμφεύτηκα – πρώτη και δεύτερη φορά – δεν είχα άλλη επιλογή. Έτσι οι γάμοι έγιναν στην εκκλησία, παρά την θέλησή μου.

Αργότερα καθιερώθηκε ο πολιτικός γάμος, έστω και μαϊμού.(Αναγκάστηκα να παραιτηθώ από τα «Επίκαιρα» διότι αρνήθηκαν να δημοσιεύσουν το προφητικό άρθρο μου εναντίον του «ισόκυρου». Και ήταν προφητικό γιατί με αυτή την ευρεσιτεχνία της εκκλησίας μας, που δεν ισχύει σε καμία χώρα της Ευρώπης, ο πολιτικός γάμος υπονομεύθηκε και τελείται μόνο από περιθωριακούς και αλλοδαπούς).

Πάντως επωφελήθηκα από την δυνατότητα της επιλογής – και ο τρίτος μου γάμος ήταν πολιτικός.

Με τα χρόνια άρχισα να αντιμετωπίζω το γεγονός που πλησίαζε: τον επικείμενο θάνατό μου.

Έτσι πριν από έξη μήνες έγραψα μία

Ανοιχτή επιστολή στον Πρωθυπουργό

(περί ελευθερίας επιλογών)

Κύριε πρόεδρε, ικανοποιήσατε (για πολλοστή φορά στην ιστορία του Ελληνικού Κράτους) ένα ακόμα αίτημα της Εκκλησίας. Μετατρέψατε, σε πείσμα της λογικής και των σκεπτόμενων Ελλήνων, τις σχολές της σε ΑΕΙ.

Μήπως τώρα θα έπρεπε, έτσι για λόγους ισορροπίας (και ισοπολιτείας), να ικανοποιήσετε κι ένα μακροχρόνιο αίτημα των άλλων Ελλήνων; Σπεύδω να προσθέσω: όχι των άθεων, ούτε των άπιστων – αλλά απλώς των πιο φιλελεύθερων.

Κύριε Πρόεδρε, η Ελλάδα είναι το μόνο Ευρωπαϊκό κράτος όπου δεν υπάρχει επιλογή για τα μετά θάνατον. Η καύση των νεκρών δεν απαγορεύεται ρητώς – αλλά και δεν επιτρέπεται. Όποιος θέλει αυτή την επιλογή πρέπει να υποβάλει την οικογένειά του στην ταλαιπωρία και την δαπάνη ενός μακάβριου ταξιδιού.

Δεν ενδιαφέρει το δογματικό ζήτημα – αν και κορυφαίοι ορθόδοξοι θεολόγοι γνωματεύουν ότι δεν υπάρχει ρητή απαγόρευση ούτε στην δική μας εκκλησιαστική παράδοση. Και φυσικά όλοι οι Ευρωπαίοι που αποτεφρώνονται, είναι και αυτοί Χριστιανοί.

Όμως το θέμα δεν έχει σχέση με τα εκκλησιαστικά δόγματα – αλλά με τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Έχει σχέση και με την σύνθεση του πληθυσμού: ήδη ζουν στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι των οποίων η παράδοση επιτρέπει – αν όχι επιβάλλει – την καύση των νεκρών.

Κύριε Πρόεδρε, έφθασα σε ηλικία που οφείλω να κάνω και εγώ αυτή την επιλογή. Παρακαλώ να μου επιβεβαιώσετε ότι είμαι ελεύθερος πολίτης, σε μία ανοιχτή κοινωνία, σε ένα δημοκρατικό κράτος – και μου δίνεται η δυνατότητα να διαλέξω.


Το κείμενο αυτό ανέβηκε στην ιστοσελίδα μου, δημοσιεύθηκε στις 27.9.05 στην «Ελευθεροτυπία», όπου, λίγες μέρες μετά, το σχολίασε σε κύριο σχόλιο ο Γιώργος Βότσης. Ξεκίνησε ένας νέος διάλογος (το θέμα είχε τεθεί πολλές φορές παλιότερα) ο οποίος κατέληξε στον νέο νόμο που ψηφίστηκε προχθές από την Βουλή και που επιτρέπει την αποτέφρωση των νεκρών.

Ας ελπίσουμε (χρειάζεται να εκδοθεί και ένα συναφές πολιτικό διάταγμα) ότι γρήγορα θα γίνει πραγματικότητα.

Ας διευκρινίσω εδώ πως δεν είμαι (όπως γράφεται συχνά) εναντίον της Ορθοδοξίας, ή του Χριστιανισμού, ή οποιασδήποτε άλλης θρησκείας. (Παρόλο που έχω τις επιφυλάξεις μου για τον ρόλο και την επίδραση των θρησκειών στα ανθρώπινα πράγματα). Είμαι υπέρ της ελευθερίας των επιλογών. Θεωρώ ότι κανείς δεν πρέπει να κάνει κάτι, αν δεν το θελήσει ελεύθερα και το αποφασίσει από μόνος του.

Χειραφέτηση. Αυτό είναι το μήνυμα του Διαφωτισμού (επικατάρατου κατά τον Αρχιεπίσκοπο) που οδήγησε στην απελευθέρωση του ανθρώπου από τις πάσης φύσεως κηδεμονίες και εξουσίες. Που μας χάρισε τον μόνο ισχύοντα ηθικό κώδικα της εποχής μας: τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Διακόσια πενήντα χρόνια μετά, αρχίζει να αναφαίνεται και στη χώρα μας.



Φωτογραφίες από τους Αγίους Τόπους. Κάτω οι προσκυνητές στην εκκλησία του Αγίου Τάφου.

Πέμπτη, Μαρτίου 02, 2006

Μια στιγμή χαράς



Το πάθος της φωτογραφίας το έχω από παιδί. Έχω τραβήξει χιλιάδες λήψεις, ντουλάπια ολόκληρα υπάρχουν εδώ γεμάτα με διαφάνειες ή αρνητικά. Μερικές πήραν βραβεία, άλλες πούλησαν προϊόντα, εμφανίστηκαν σε εκθέσεις, μπήκαν σε βιβλία και σε εξώφυλλα. Όμως η ωραιότερη φωτογραφία που έβγαλα ποτέ είναι ένα στιγμιότυπο χαράς, τόσο εκρηκτικής, τόσο μεταδοτικής, που μπορεί να πει κανείς: «αξίζει τον κόπο η ζωή για μία τέτοια στιγμή».

Εγώ είμαι πίσω από την μηχανή αλλά γελάω σίγουρα γιατί δεν γίνεται αλλιώς. Στην εικόνα, σκασμένοι στα γέλια είναι με την σειρά η μικρή Αννούλα Θεμελή, η Ζοζέτα Θεμελή, ο Νίκος Σαξώνης, η Ελένη Δήμου-Φυλακτού, η Όλιγκα Σαξώνη, η Μιράντα Νικολοπούλου η Αλίκη Δαμασκηνού, ο Δημήτρης Θεμελής και ο Τέλης Δαμασκηνός. Είναι προφίλ, πιασμένοι από τους ώμους σαν να χορεύουν έναν άγνωστο χορό – και στην φιγούρα σηκώνουν όλοι το αριστερό τους πόδι. Θαυμάσια συγχρονισμένοι στην κίνηση αλλά ακόμα πιο πολύ στην έκφραση. Λες και αυτόματος μηχανισμός πυροδότησε την έκρηξη κεφιού στα πρόσωπά τους.

Είμαστε το Πάσχα του 1968, στην Κέρκυρα. Στον κήπο του παλιού προγονικού σπιτιού της Ζοζέτας Θεμελή, στην Ανάληψη. Τα τρία ζευγάρια και η Μιράντα (κάποτε γραμματεύς μου) ήταν τότε η μόνιμη παρέα μας. Με τους Θεμελή, κουμπάρους μας, είχαμε κάνει πολλά ταξίδια μέσα κι έξω από την Ελλάδα. Με τον Νίκο Σαξώνη ήμασταν φίλοι και συνεργάτες. Αυτός σταδιοδρόμησε γερά, έφτασε διευθυντής σε μεγάλη πολυεθνική – και κάποια στιγμή αυτο-προβιβάστηκε. Έγινε ξενοδόχος στο Πάπιγκο. Ίσως ο πιο ευτυχισμένος και επιτυχημένος. Ανεβαίνω καμιά φορά στο βουνό του, στα χίλια μέτρα, και μιλάμε. Τον Τέλη τον βλέπω καμιά φορά στο Ψυχικό. Από τα ζευγάρια της φωτογραφίας μόνον οι Θεμελή δεν είχαν χωρίσει. Τους χώρισε ο θάνατος του Δημήτρη. Το σπίτι της Ανάληψης πουλήθηκε. Τώρα έχει και πισίνα.

Το κείμενο αυτό είναι ένα κεφάλαιο από την αυτοβιογραφία μου. Περιγράφει την φωτογραφία, αλλά δεν την δείχνει. Εδώ εμφανίζεται για πρώτη φορά.

Τετάρτη, Μαρτίου 01, 2006

Ανοίξτε! Η Άνοιξη!



Προσπαθώ να αλλάξω ατμόσφαιρα στο blog. Ο ήλιος με έπεισε και το φως με κερδίζει. Δεν μπορώ να πω πολλά, προτιμώ να μιλήσω με εικόνες. Είναι ο πρώτος μήνας της Άνοιξης...



Περυσινές φωτογραφίες από τον κήπο στα Κιούρκα.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 28, 2006

Γράμμα στον πατέρα



Φωτογραφίζω τον πατέρα μου δέκα χρόνια πριν από τον θάνατό του

Θυμάμαι πότε αλλά όχι πώς τραβήχτηκε αυτή η φωτογραφία. Σε κάποιον περίπατο, ίσως γύρω από την Ακρόπολη. Εγώ σε διακοπές από το Πανεπιστήμιο στην Γερμανία.

Έχω αφιερώσει αρκετά κείμενα στην σχέση μου με τον πατέρα. Μία σχέση που ήταν καθοριστική για την ζωή μου, επειδή ποτέ δεν λειτούργησε. Η απουσία της με βαραίνει ακόμα.

Ποτέ δεν μπόρεσα να του μιλήσω στον ενικό.

Περισσότερο από όλα μου τα κείμενα, αυτή η εικόνα εκφράζει την σχέση μου. Εντελώς αυθόρμητα χαμήλωσα και τον φωτογράφισα με την «οπτική γωνία του σκουληκιού», όπως λένε στην φωτογραφική διάλεκτο.

Τότε νόμισα πως το έκανα για να δείξω όλη του την επιβλητικότητα – ίσως, ακόμα και να την σχολιάσω ειρωνικά. (Είχε, σε πολλά πράγματα, μέγεθος υπερφυσικό). Τώρα βλέπω αυτή τη φωτογραφία σαν ένα «Γράμμα στον Πατέρα», που δεν έλαβε ποτέ.

Γρηγόρης Ν. Δήμος, 1897-1966

Περί διαλόγου

Η συζήτηση για την ψυχή των αυτοκινήτων συνεχίζεται – όπως και όλες οι άλλες που έχουν ανοίξει σε αυτό το blog. (Να παρατηρήσω εδώ ότι πολλοί δεν πρόσεξαν την τελευταία παράγραφο του post, που διευκρίνιζε ότι ουσιαστικά αφορούσε στην ψυχή των ανθρώπων – εκείνων που φτιάχνουν τα αυτοκίνητα και εκείνων που τα οδηγούν...).

Αλλά εντωμεταξύ τέθηκε ένα ζήτημα για το διάλογο μέσα στο blog. Θέμα που θέλει διευκρίνηση, η οποία δεν χωράει σε ένα σχόλιο.

Θα προσπαθήσω να ξεκαθαρίσω μερικά πράγματα:

1. Έχουμε εδώ να κάνουμε με ένα ημερολόγιο και όχι με φόρουμ. Το ημερολόγιο καταγράφει τις σκέψεις και τα βιώματα του συγγραφέα του. Εφόσον είναι ανοιχτό, δέχεται σχόλια και απόψεις αλλά αυτά (λόγω της φύσης του) είναι συμπληρωματικά και δορυφορικά προς το αρχικό post. Αν θέλουμε ανοιχτό διάλογο, όπου κάθε άποψη θα έχει ίση βαρύτητα, φτιάχνουμε ένα φόρουμ.

2. Παρόλα όσα αναφέρω παραπάνω, βλέποντας την μεγάλη συμμετοχή, προσπάθησα να δώσω όσο γίνεται περισσότερο χώρο στο διάλογο. (Μάλιστα κατηγορήθηκα και γι αυτό). Αν ξανακοιτάξτε τα περισσότερα post θα δείτε ότι συνήθως δεν έπαιρνα θέση, αφήνοντας το θέμα ανοιχτό (ψήφισμα ευρωκοινοβουλίου, σκίτσα Μωάμεθ, Vodafone, απεργίες). Ή διάλεγα θέματα εντελώς ελεύθερα (αγαπημένες πόλεις, ερημονήσι, φυγή στο χρόνο) όπου δεν υπήρχε «κρατούσα άποψη». Το γεγονός ότι τα σχόλια ήταν από 150 μέχρι 500 δείχνει ότι υπήρξε ανταπόκριση.

3. Στους διαλόγους των σχολίων, αντίθετα με ότι γράφτηκε, ούτε ειρωνεύτηκα ούτε απαξίωσα κανένα. Ίσα-ίσα που εγώ δέχθηκα ένα σωρό ειρωνείες, επιθέσεις και ύβρεις. Είναι γεγονός ότι σε μερικές τέτοιες περιπτώσεις έχασα την ψυχραιμία μου και αποχώρησα, ακριβώς για να μην εμπλακώ περισσότερο. Το ίδιο έκανα όταν η συζήτηση γινόταν εντελώς χαβαλές – ή και χυδαία.

4. Σε αντίθεση με αυτά, ελέχθη ότι «δεν κάνω διάλογο αλλά συνεχή μονόλογο» και ότι «προσβάλλω τους συνομιλητές με την συμπεριφορά μου». Μονόλογος όταν τα σχόλιά μου δεν είναι ούτε το 5% του συνόλου; Και τι είδους προσβολή ασκώ; Δεν το κατάλαβα.

5. Μία τελευταία γνώμη που διατυπώθηκε σήμερα τα χαράματα: «τα blog είναι για να διασκεδάζω». Λάθος κύριε, aagou aagou! Σίγουρα μπορεί κανείς ΚΑΙ να διασκεδάσει σε ένα blog, αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός της ύπαρξής του. Υπάρχουν άλλα site για χαβαλέ – όπου γίνεται και πιο σωστά...

Αυτά για τον διάλογο. Νομίζω ότι αυτό είναι το 60ο post μέσα σε δύο μήνες... ένα την ημέρα. Ποτέ δεν είχα τέτοια παραγωγή. (Είχα συχνά αρνηθεί να αναλάβω καθημερινή στήλη γιατί μου φαινόταν αδύνατο να γράφω ένα κείμενο κάθε μέρα. Και να που το έκανα, χωρίς καν να το προγραμματίσω).

Φαντάζομαι ότι μπορεί πάλι κάποιος, όπως ο monkeychilde όταν είχα γράψει το Blogger Blues, να πει ότι κείμενα σαν το σημερινό είναι περιττά: «κάνε σωστά το διάλογο και δεν χρειάζεται να τον αναλύεις».

Όμως, από καιρό σε καιρό, νιώθω την ανάγκη για εσωστρέφεια – το blog να επισκοπεί τον εαυτό του. Ιδιαίτερα όταν υποστεί μία κριτική και θέλει, κάνοντας αυτοέλεγχο, να δει αν και πόσο ευσταθούν τα όσα γράφτηκαν.

Και επί του διαλόγου, ο διάλογος είναι δεκτός. Ή ίσως καλύτερα να επιστρέψουμε στην «ψυχή» των αυτοκινήτων...

Κυριακή, Φεβρουαρίου 26, 2006

Έχουν τα αυτοκίνητα ψυχή;



Το ερώτημα είναι ουσιαστικό - όχι μόνο από την θεολογική πλευρά, αλλά και για λόγους κύρους του υπογράφοντος. «Πώς μπορείς να γράφεις για μηχανήματα;» μου λένε φίλοι διανοούμενοι (προφέροντας την λέξη «μηχανήματα» σαν να ήταν πασαλειμμένη με κινίνο. Κι εγώ απαντάω, πολύ σοβαρά: «Μα τα αυτοκίνητα έχουν ψυχή!»

Η θεωρία μου είναι απλή. Το αυτοκίνητο είναι μία ανώτερη, ιδιαίτερα πολύπλοκη μορφή οργάνωσης της ύλης. Τόσο πολύπλοκη, που δεν αποτελείται πια από το σύνολο των τμημάτων της. Έχει κάτι παραπάνω. Αυτό το παραπάνω, το ονομάζω ψυχή.

Ακολουθώ, στην σκέψη μου αυτή, πολλούς σοφότερους από εμένα, οι οποίοι αποφάσιζαν τι έχει και τι δεν έχει ψυχή με βάση την πολυπλοκότητά του. Έτσι, οι απλές μορφές ζωής (ζώα, νέγροι, κλπ.) για πολλούς περιώνυμους θεολόγους δεν εδικαιούντο ψυχής.

Με τα ίδια κριτήρια κι εγώ συγκαταλέγω τα αυτοκίνητα στα έμψυχα όντα. Θα μου πείτε: ένα σωρό από παλιοσίδερα; Σύμφωνοι, όλα τα αυτοκίνητα θα γίνουν κάποτε σωροί από σκραπ - όπως κι εμείς σωροί από κόκαλα. Αυτό, όταν πεθάνουν. Αλλά όσο είναι ζωντανά, κινούνται και αντιδρούν - είναι έμψυχα, σύμφωνα με τους περισσότερους ορισμούς.

«Κι από που παίρνουν ψυχή;» ρωτάει κάποιος σκωπτικός. Μα από όπου την πήραμε κι εμείς - από τον δημιουργό τους. Κατ’ εικόνα και ομοίωσιν πλάθονται κι αυτά. Υπάρχουν αυτοκίνητα έξυπνα, κουτά, κομψά, σοβαροφανή, χαριτωμένα, ευέλικτα, δύστροπα - κάθε μοντέλο και μία προσωπικότητα.

Με τον καιρό, πέρα από την προσωπικότητα του δημιουργού και του κατασκευαστή ένα αμάξι καθρεφτίζει και την μορφή του οδηγού του. Όπως τα παντρεμένα ζευγάρια που όσο γερνάνε μοιάζουνε (και στο πρόσωπο) έτσι και τα αυτοκίνητα. Αλλιώτικο το Μίνι που οδηγεί ευαίσθητη δεσποινίς - κι άλλο του βαρύμαγκα. Ιδίως μετά από μερικά χρόνια.

Αν λοιπόν υπάρχει ψυχή (γενικώς - γιατί μερικοί την αρνούνται και σε μας) πρέπει να είναι μεταδοτική. Όπως την εμφύσησε ο Θεός στον άνθρωπο, έτσι κι αυτός την χαρίζει στα δημιουργήματά του. Δεν έχει ψυχή μία φούγκα του Μπαχ - την ψυχή του δημιουργού της;

«Μία μοτοσυκλέττα λειτουργεί σύμφωνα με τους νόμους της λογικής - και η μελέτη της τέχνης να συντηρείς μηχανές, είναι, στην πραγματικότητα, μία σε σμίκρυνση μελέτη της τέχνης του ορθού λόγου». Αυτά διάβαζα το 1975 στο βιβλίο του Robert M. Pirzig: Zen and the Art of Motorcycle Maintenance (Το Ζεν και η τέχνη της συντήρησης Μοτοσυκλέττας).

Για τους μελετητές του Βουδισμού Ζεν δεν υπάρχει πρόβλημα. Ο Βούδας είναι παντού - και μέσα στον κινητήρα. Όταν το μοτέρ τραγουδάει, σωστά ρυθμισμένο, ο κόσμος λειτουργεί εύρυθμα, η αρμονία ισχύει. (Αρρωσταίνω όταν ακούω αρρύθμιστη μηχανή…)

Αυτά, εισαγωγικά, περί ψυχής. Όποιος ακόμα αμφιβάλλει, ας μείνει ήσυχος. Κι εγώ αμφιβάλλω. Ακόμα και για την δική μου ψυχή. Άσε δε για πόσων συνανθρώπων μου…

Όμως μία μελέτη της αυτοκίνητης ψυχής είναι πολλαπλά χρήσιμη. Θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε τον εαυτό μας. Γιατί, βέβαια, για ανθρώπους μιλάω τόσην ώρα...


Απόσπασμα από το βιβλίο μου "Η Τέλεια Διαδρομή". Φωτό: αρχοντική Bentley